γαϊλαρδία

γαϊλαρδία
(gaillardia). Γένος ετήσιων ή πολυετών ποωδών φυτών της οικογένειας των συνθέτων, με περίπου 12 καλλωπιστικά είδη, ιθαγενή της Αμερικής. Οι βλαστοί του φυτού φυτρώνουν άφθονοι μέσα από το έδαφος, σχηματίζοντας τούφα. Οι γ. παρουσιάζουν πλούσια ανθοφορία από τον Μάιο έως τον Νοέμβριο. Τα φύλλα τους είναι επαλλάσσοντα, συνήθως οδοντωτά, με στίγματα. Τα άνθη τους έχουν συνδυασμούς διαφόρων χρωμάτων: πορφυρό, καφέ, λευκό, κόκκινο, κίτρινο κλπ. Η γ. η λογχοειδής είναι πολυετής, έχει μεγάλα άνθη (διαμέτρου 5 εκ.) και πολλαπλασιάζεται με χώρισμα της τούφας την άνοιξη. Η γ. η στικτή είναι ετήσια, το ύψος της φτάνει τα 40-50 εκ. και πολλαπλασιάζεται με σπόρο την άνοιξη ή το φθινόπωρο. Ευδοκιμεί σε εδάφη ελαφρά, ξηρά και σε θέσεις ηλιόλουστες. Φυτρώνει κατά ομάδες σε παρτέρια, μέσα στη χλόη ή σε πετρόκηπους. Οι πολυετείς γ. είναι κατάλληλες για μόνιμη διακόσμηση, γύρω από ψηλότερα φυτά. Τα άνθη τους διατηρούνται πολύ στα ανθοδοχεία. Άνθη του είδους γαϊλαρδία η λογχοειδής, που ευδοκιμεί και στην Ελλάδα, καλλιεργείται ως καλλωπιστικό και ανθίζει από τον Μάιο έως τον Νοέμβριο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”